Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2016

Οι μαύρες τρύπες της Τουρκικής Δημοκρατίας



του Δημήτρη Χριστόπουλου

Από τις από 20 έως τις 24 Ιανουαρίου, μια αντιπροσωπεία της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου επισκέφθηκε την Τουρκία, με στόχο την καταγραφή της κατάστασης των δικαιωμάτων στη χώρα μετά το σταμάτημα των διαπραγματεύσεων με τους Κούρδους και τα τρομοκρατικά χτυπήματα. Η αποστολή επισκέφθηκε το Ντιγιαρμπακίρ και την Άγκυρα και πραγματοποίησε συναντήσεις με μη κυβερνητικούς και κυβερνητικούς αξιωματούχους, δημοσιογράφους, ακτιβιστές και ακαδημαϊκούς. Ζητήσαμε από τον Δημήτρη Χριστόπουλο, αντιπρόεδρο της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (FIDH), που μετείχε στην αντιπροσωπεία, να μας συνοψίσει, σε ένα κείμενο, τις σκέψεις του από την επίσκεψη αυτή. Το κείμενο θα δημοσιευτεί και στα τουρκικά.

«Βοηθήστε μας να θάψουμε τους νεκρούς μας».

Στις 21 Ιανουαρίου, δώδεκα άνθρωποι συναντιούνται με την αντιπροσωπεία της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, μέσα στην αίθουσα του Δικηγορικού Συλλόγου του Ντιγιαρμπακίρ. Οι άνθρωποι αυτοί δεν ήταν σαν τους άλλους συνομιλητές της διεθνούς αποστολής. Δεν ήταν ούτε πολιτικοί ούτε ακτιβιστές των δικαιωμάτων. Στο πρόσωπό τους έβλεπες μόνο την οδύνη. Το πένθος. Πενθούσαν τα παιδιά τους, που σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια της απαγόρευσης κυκλοφορίας στο ιστορικό κέντρο της πόλης. Παλεύουν, μέρες τώρα, να τα βρούνε για να τα θάψουν. Αυτό μόνο θέλουν. Αλλά δεν μπορούν. Οι τουρκικές αρχές δεν τους αφήνουν να δουν τους νεκρούς τους και να τους τιμήσουν. Και αυτοί περιμένουν.
Μπορώ να καταλάβω πολλά από τα δυσάρεστα και απάνθρωπα που συμβαίνουν όταν απειλείται η εδαφική ακεραιότητα ενός κράτους. Μπορώ να καταλάβω –χωρίς να το επιδοκιμάζω, βέβαια– πώς μια πολιτεία θα εξαντλήσει τη βία της στους ένοπλους αμφισβητίες της, όπως κάνει η Τουρκία στο PKK. Μπορώ να καταλάβω –χωρίς και πάλι να το επιδοκιμάζω– γιατί η καταστολή των μειονοτήτων και των αντιφρονούντων έχει υπάρξει συστατικό στοιχείο της ενότητας και της ασφάλειας ενός κράτους, όπως η Τουρκία. Από την άλλη άκρη του Αιγαίου είμαι, κάτι ξέρουμε κι εμείς από αυτά. Δεν μπορώ όμως να καταλάβω πώς γίνεται ένα κράτος –και μάλιστα υπό την ηγεσία πιστών μουσουλμάνων– να μην αφήνει τους γονείς να θάψουν τα παιδιά τους. Αρνούμαι να το καταλάβω. 

Από τον κρατικό αυταρχισμό στον ολοκληρωτισμό.

Τα τελευταία χρόνια, η Τουρκία, υπό το καθεστώς ενός ιδιότυπου νεοφιλελεύθερου ισλαμισμού, που έχει μετατρέψει τη χώρα σε ένα απέραντο εργοτάξιο και τους δημόσιους χώρους σε τζαμιά, βιώνει μια ολίσθηση. Μια ολίσθηση από τον συστηματικό κρατικό αυταρχισμό –που ποτέ δεν της έλειψε– στον ολοκληρωτισμό. Αυτό γίνεται με δύο τρόπους.
Ο πρώτος είναι μέσω της θεσμικής μετάλλαξης του τουρκικού πολιτεύματος σε προεδρική δημοκρατία και ο δεύτερος είναι μέσω της αχαλίνωτης βίας του κράτους. Η μετάλλαξη αυτή, εφόσον εδραιωθεί, θα σημάνει και το τέλος της δημοκρατίας στην Τουρκία. Διότι ναι μεν η Τουρκία πάντα αντιμετωπιζόταν από τον δυτικό οριενταλισμό ως μια «ιδιαίτερη περίπτωση», αλλά είναι μια δημοκρατία όπου η πλειοψηφία αποφασίζει το μέλλον της. Το γεγονός ότι η μετάλλαξη πραγματοποιείται σε καθεστώς δημοκρατικό, και όχι σε χούντα όπως αυτές που γνώρισε η χώρα στο παρελθόν, κάνει την περίπτωση ακόμη πιο τραυματική και ιδιαίτερη. Διότι από τη δημοκρατία έχεις προσδοκίες που δεν έχεις από δικτατορίες. Κι όμως: αν τελικά βρεθεί η πλειοψηφία για τη μετατροπή του πολιτεύματος, τότε η Τουρκία θα εδραιώσει έναν πρωτοφανή συνδυασμό προεδρικού αυταρχισμού ενισχυμένων εξουσιών και θρησκευόμενου κράτους: κάτι σαν την Ρωσία με το Ιράν μαζί, σε συσκευασία ενός.
Ο δεύτερος δρόμος της ολίσθησης είναι η βία. Χρόνια τώρα, έχουμε συνηθίσει να ακούμε για τον «ακήρυχτο πόλεμο» των Κούρδων με το τουρκικό κράτος, έχουμε εθιστεί να μιλάμε για συστηματικές παραβιάσεις δικαιωμάτων, γνωρίζουμε πως πλέον η πολιτική βία –του κράτους, τρομοκρατών και ενόπλων– έχει γίνει ρουτίνα στη χώρα αυτή, πλην όμως τα κρούσματα πυκνώνουν σε βαθμό εφιαλτικό. Κατ’ ουσίαν πλέον δεν μπορεί να μιλάει κανείς για «κρούσματα».
Οι τουρκικές αρχές, θέτοντας σε καθεστώς απαγόρευσης κυκλοφορίας μείζονες αστικές περιοχές, ουσιαστικά συμβάλλουν στη μεταφορά του αντάρτικου του βουνού στις πόλεις, δημιουργώντας μαύρες τρύπες στο εσωτερικό των οποίων χάνεται η έννοια του κράτους δικαίου. Προσοχή όμως: εδώ δεν μιλάμε για «αντάρτικο πόλεων» όπως αυτό που γνωρίσαμε στην Ευρώπη αλλά για μαζική ένοπλη πάλη στον αστικό ιστό. Για κάτι, δηλαδή, πολιτικά και επιχειρησιακά πρωτοφανές.

Το ντόμινο της βίας και η ευρωπαϊκή ενοχή.

Η βία όμως δεν μένει στο Κουρδικό, όσο κι αν από κει ξεκινάει και σε αυτό εν πολλοίς οφείλεται. Μόλις έμαθα ότι ο αρχισυντάκτης τηςCumhurriet (κάτι σαν την παλιά δική μας Ελευθεροτυπία, και πάντως όχι κάποιο περιθωριακό έντυπο) αντιμετωπίζει ποινή ισοβίων για «αποκάλυψη κρατικών μυστικών», ενώ τουλάχιστον σαράντα δημοσιογράφοι διάγουν τη ζωή τους φυλακισμένοι ή κρατούμενοι πριν τη δίκη τους, για χρόνια. Αυτό το αρνητικό ντόμινο εσχάτως χτύπησε και τους πανεπιστημιακούς που απειλούνται με πειθαρχικά μέτρα ή και ποινικές κυρώσεις γιατί υπέγραψαν μια ανοιχτή επιστολή για το Κουρδικό. Σε συζήτηση που είχε ένας από αυτούς τους πανεπιστημιακούς με τον πρέσβη επικεφαλής της Αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Άγκυρα, ζήτησε συμπαράσταση στην ελευθερία του λόγου. Ο πρέσβης κ. Haber τότε ανακάλεσε τον έκπληκτο συνομιλητή του στην τάξη, λέγοντάς του πως κακώς υπέγραψε, διότι ξέρει ποια είναι η Τουρκία. Επεσήμανε, τέλος, ότι η χρήση της λέξης «σφαγή» στο κείμενο είναι απαράδεκτη για την πατρίδα του.
Λίγες μέρες αργότερα, ο ίδιος ο πρέσβης απάντησε ακολούθως στην ερώτηση που προσωπικά του έθεσα:
«–Γιατί η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν πιέζει επαρκώς την Τουρκία να περιορίσει τη διακίνηση των προσφύγων στα παράλια του Αιγαίου;
–Η Τουρκία κάνει ό,τι μπορεί, αλλά είναι πολύ δύσκολο να ελέγξεις τη διακίνηση.
–Είστε ο πρώτος στη χώρα που μου λέει ότι η Τουρκία εξαντλεί τις δυνάμεις της να αποτρέψει τη διακίνηση ανθρώπων στο Αιγαίο. Ακόμα και κυβερνητικοί αξιωματούχοι εδώ μας είπαν ότι το χρησιμοποιούν για να αυξήσουν τα ανταλλάγματα που έχουν λαμβάνειν από την Ε.Ε., αφού τόσα χρόνια υπέστησαν μόνοι τους το προσφυγικό».
–Κι όμως, η Τουρκία κάνει ό,τι μπορεί. Διακίνηση έχουμε στη Γερμανία, έχετε κι εσείς στην Ελλάδα».
Μεταφέρω τον διάλογο αυτούσιο, διότι είναι ενδεικτικός του αγοραίου κυνισμού με τον οποίο η Ε.Ε. αντιμετωπίζει την τουρκική βουλιμία. Δεν είμαι σίγουρος αν είναι καλό που το γράφω, αλλά δεν θεωρώ παράλογο, αν το καλοσκεφτούμε, πως οι Τούρκοι εκβιάζουν έτσι τους Ευρωπαίους που τόσο ευτελώς διαπραγματεύονται τα στοιχειώδη του φιλελευθερισμού τους μόνο για να γλιτώσουν από τους πρόσφυγες.

Μαύρες τρύπες στην επικράτεια του κράτους (δικαίου).

Η κατάσταση στην Τουρκία δεν προσφέρεται για αισιόδοξες αναγνώσεις. Η χώρα έχει μπει σε τροχιά όπου το κράτος αδυνατεί να χαλιναγωγήσει τη βία του. Κράτος χωρίς βία δε γίνεται, αλλά κράτος βίας δεν είναι βιώσιμο. Πριν τέσσερις αιώνες, ο Σπινόζα έγραφε στις περίφημες Πραγματείες του πως οι ελευθερίες των πολιτών δεν αντιβαίνουν στον απόλυτο χαρακτήρα του κράτους. Ο μεγάλος φιλόσοφος επεσήμανε πως, αντίθετα, ένα κράτος που περιορίζει τις ελευθερίες αυτές έχει λόγους να φοβάται: «είναι κράτος μερικό και σχετικό», έλεγε. Όσο πιο τυραννικό και καταπιεστικό είναι ένα κράτος όσο περισσότερο περιορίζει τις πολιτικές ελευθερίες τόσο πιο αδύναμο είναι κατ’ ουσίαν και, κατά τον Σπινόζα, τόσο πιο κοντά στην καταστροφή του βρίσκεται. Έτσι, ένα τυραννικό και καταπιεστικό καθεστώς μπορεί να παρουσιάζεται ως ισχυρό, αλλά στην πραγματικότητα είναι αδύναμο και ασταθές. Γι’ αυτό και το αληθινά δυνατό κράτος είναι εκείνο που παραχωρεί στους πολίτες του όσο το δυνατόν ευρύτερη ελευθερία γνώμης και έκφρασης.
Η Τουρκία σήμερα χρειάζεται επειγόντως ένα μάθημα πολιτικής αγωγής από τον μεγάλο Ολλανδό Εβραίο. Μόνο αν μάθει να διαχειρίζεται την ισχύ της με σωφροσύνη κι όχι να συμπεριφέρεται ως άλογος τύραννος που γεμίζει μαύρες τρύπες την επικράτειά του μπορεί να διάγει στιγμές πολιτειακής ησυχίας. Αλλιώς, όπως πάνε τα πράγματα στο τέλος, κάποια από αυτές τις μαύρες τρύπες θα ρουφήξει και την ίδια την Τουρκική Δημοκρατία.

Υστερόγραφο: η Τουρκία από την Ελλάδα

Ακούω πολλούς Έλληνες ανόητους «πατριώτες» που εύχονται να καταρρεύσει ο τουρκικός γίγαντας διότι τάχα «ο ελληνικός τουρισμός θα πάει καλύτερα», διότι καλό είναι ο παραδοσιακός αντίπαλος να ζορίζεται, διότι γενικώς χαιρόμαστε αν η Τουρκία αποτυχαίνει –όπως μερικοί ανόητοι Τούρκοι χαίρονται τώρα για την Ελλάδα– και διάφορα άλλα. Σε αυτούς τους ανθρώπους θέλω να πω ότι δεν είναι καλό να εύχεσαι την αστάθεια ενός κράτους διότι αυτό πρώτα κάνει τον λαό του να υποφέρει, και όχι τις πολιτικές και οικονομικές του ελίτ. Ειδικά για την Τουρκία, δεν είναι διόλου σοφό να επιθυμείς την κατάρρευση ενός τόσο μεγάλου κράτους με το οποίο γειτνιάζεις στενά. Θα είναι τόσο μεγάλος ο κραδασμός και η σκόνη που θα σηκωθεί από την πτώση που θα βρεθούμε με χρόνια αναπνευστικά προβλήματα. Πρώτον, η Τουρκία έχει παράδοση να μεταθέτει στην εξωτερική της πολιτική τις εσωτερικές της ματαιώσεις – οπότε στα καλά καθούμενα μπορεί να βρεθούμε με σοβαρό πρόβλημα. Δεύτερον, αν σήμερα στεκόμαστε ταπεινωμένοι μπρος την ισχύ και την ένταση των προσφυγικών ροών, σε περίπτωση που η Τουρκία παραδοθεί στην πολιτειακή αστάθεια τότε η προσφυγική ροή θα περιλάβει και Τούρκους, οπότε τα πράγματα θα είναι ακόμη χειρότερα.
Το καλύτερο που μπορεί να κάνει η Ελλάδα είναι να παλέψει να τραβήξει την Τουρκία από τη μύηση στην έπαρση και στην απερίσκεπτη διαχείριση της ισχύος της. Εξάλλου, και η ίδια η Ελλάδα είναι παθούσα (και μάλιστα από την ίδια την Τουρκία πριν από περίπου ένα αιώνα) από την ίδια νόσο, όποτε πιθανόν μπορεί να το κάνει πειστικά.

Πηγή: Ενθέματα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου